Εμπόριο και διακίνηση στο δρόμο προς
τη Δύση
Ιστορικά η Ινδία θεωρείται η πρώτη χώρα όπου βρέθηκαν διαμάντια. Οι θαυμαστές των διαμαντιών έμελλε να περιμένουν μέχρι το 1725 για να γίνει η εξόρυξή τους και κάπου αλλού, π.χ. στη Βραζιλία. Κάτω από τον Ινδικό ουρανό βρέθηκαν όχι μόνο το πρώτο αλλά πολλά από τα ωραιότερα διαμάντια. Κάποια από αυτά είναι ο Μέγας Μογγόλος των 787,50 ct, ο Φλωρεντινός των 410ct, το Regent των 410 ct και το Sancy των 54 ct. Πάρα πολλά από τα ωραιότερα διαμάντια πήραν το δρόμο τους για να γίνουν μέρος της περιουσίας βασιλικών οίκων της Γαλλίας, του Ιράν, της Ρωσίας και της Αγγλίας.
Το εμπόριο και η διακίνηση των διαμαντιών υπολογίζεται ότι ξεκίνησε τον 1ο π.Χ. αιώνα, από την Ινδία, από τα γειτονικά της έθνη, όπως ήταν η Κίνα, η Αραβία και η Περσία, μέχρι τελικά να φτάσει στην Αίγυπτο και την Ευρώπη.
Τα διαμάντια διακινούνταν από την Ινδία στον υπόλοιπο κόσμο μέσω δύο οδών, μιας θαλάσσιας και μιας επίγειας. Η θαλάσσια ξεκινούσε από τον κόλπο Καμπάι στη δυτική Ινδία, περνούσε στον Περσικό κόλπο, την Αιθιοπία και έφτανε στο Κάιρο και την Αλεξάνδρεια. Η επίγεια οδός ξεκινούσε από το σημαντικό εμπορικό κέντρο Ορμούζ στην είσοδο του Περσικού κόλπου και, αφού διέσχιζε την Περσία και την Αρμενία, έφτανε στη Μικρά Ασία και στο Χαλέπι της Συρίας, απʼ όπου τα διαμάντια προωθούνταν στη Βενετία και την Κωνσταντινούπολη. Πράγματι, μετά το τέλος των σταυροφοριών οι εμπορικές δημοκρατίες της Βενετίας και της Γένοβας έλεγχαν το εμπόριο με το Λεβάντε, τη Συρία, την Αλεξάνδρεια και την Αίγυπτο. Η Βενετία αναμφίβολα από τον 13ο έως τον 16ο αιώνα έγινε το σπουδαιότερο κέντρο διακίνησης διαμαντιών από όπου, περίπου το 1330 προήλθε και η κοπή των διαμαντιών. Αυτή την περίοδο, όταν η παραγωγή διαμαντιών αυξήθηκε, είναι φανερό ότι δημιουργήθηκαν ακριβά αντικείμενα Τα διαμάντια, λοιπόν , πρωτοεμφανίσθηκαν στα Ευρωπαϊκά εμβλήματα και κοσμήματα του 13ου και 14ου αιώνα.
Στα τέλη του 14ου αιώνα το Εμπόριο του διαμαντιού αναπτύχθηκε και στο Παρίσι. Την ίδια όμως περίοδο εμφανίστηκαν οι πρώτες μικρές βιοτεχνίες κατεργασίας και στη Φλάνδρα. Το κατά πόσο η κοπή των διαμαντιών εφευρέθηκε στην Μπριζ το 1476 από τον Louis de Berquem, που έγινε γνωστός με το φλαμανδικό του όνομα, Lodewijk Van Berchem (βλ. φωτό), είναι αμφιλεγόμενο. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι η Μπριζ είχε ήδη μία συντεχνία χρυσοχόων και κοπής διαμαντιών το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα. Το ακατέργαστο υλικό αναμφίβολα έφτανε στα χέρια τους από τους Ιταλούς εμπόρους διαμαντιών. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι μέχρι το 1499, ο Πορτογάλος εξερευνητής Βάσκο Ντα Γκάμα, είχε ανακαλύψει την θαλάσσια διαδρομή προς την Ανατολή γύρω από το ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας, και έτσι ξεκίνησε η προμήθεια των Ευρωπαίων με διαμάντια από την Ινδία. Η πόλη Γκόα αποτέλεσε εμπορική πόλη των Πορτογάλων και αναπτύχθηκε η εμπορική διαδρομή του διαμαντιού από την Γκόα μέχρι την Λισσαβόνα. Το γεγονός ανέδειξε τη Λισαβόνα σε κομβικό σημείο διακίνησης διαμαντιών, ενώ την θέση της Μπριζ, η οποία πάντως, έως τον 16ο αιώνα ήταν το μεγαλύτερο και σπουδαιότερο κέντρο κατεργασίας διαμαντιών στον κόσμο κατέλαβε η Αμβέρσα, η οποία έλεγχε το 40% του παγκόσμιου εμπορίου.
Στις αρχές του 18ου αιώνα, εκτός από την Αμβέρσα, σημαντικό κέντρο κατεργασίας και εμπορίας διαμαντιών έγινε και το Άμστερνταμ, ενώ ξεκίνησε η ανάπτυξη και στο Λονδίνο. Μάλιστα στο Άμστερνταμ, το 1822, ιδρύθηκαν τα πρώτα εργοστάσια με ατμοκίνητες μηχανές κατεργασίας.
Το 1726 οι Πορτογάλοι έκαναν μια σπουδαία ανακάλυψη και έσπασαν το μονοπώλιο της Ινδίας. Βρήκαν τα μεγάλα κοιτάσματα στον ποταμό Ντος Μαρίνιος της Βραζιλίας, και έστειλαν τα διαμάντια στην αγορά της Αγγλίας. Από δυσπιστία και ανταγωνισμό το σφραγισμένο φορτίο τούς επιστράφηκε αν και κάθε άλλο παρά ψεύτικα ήταν τα διαμάντια. Για να φτάσει λοιπόν στον προορισμό του οι Πορτογάλοι το έστειλαν μέσω Ινδίας.
Και φτάνουμε τελικά στα μέσα του 19ου αιώνα, που ανακαλύφθηκαν τα μεγάλα κοιτάσματα διαμαντιών της Νότιας Αφρικής.
Το διαμάντι που διεκδικεί τον τίτλο του πρώτου αφρικανικού διαμαντιού, με την ονομασία «Εύρηκα» και αρχικό βάρος 21,25 καράτια, βρέθηκε το 1866 στις όχθες του ποταμού Οράγγη και αποτελούσε το παιχνίδι ενός παιδιού. Το παιδί ήταν ενός Δανού γεωργού μετανάστη και ένα χρόνο σχεδόν μετά το 1867, διαπιστώθηκε από έναν γεωλόγο (τον Schalk van Niekerk) που τυχαία βρέθηκε στο σπίτι τους, ότι ήταν διαμάντι. Τελικά κόπηκε σε διαμάντι με βάρος 10,73 καράτια. Το 1869 ανακαλύφθηκε ένα μεγάλο διαμάντι 83,50 καρατίων από ένα νεαρό ιθαγενή βοσκό κοντά στον ποταμό Οράγγη. Ο Schalk van Niekerk ξανά, αντάλλαξε το άκοπο διαμάντι με 500 πρόβατα, 10 βόδια και ένα άλογο. Λίγες μέρες μετά πούλησε το διαμάντι στη Χόουπτάουν για 56.000 δολάρια. Το διαμάντι αυτό είναι το μετέπειτα «άστρο της Νότιας Αφρικής» 47,75 καρατίων (φωτ. 2), που έγινε η βασική αιτία η περιοχή να γεμίσει από αδαμαντοθήρες.
Λίγο αργότερα, το 1871, στο κτήμα ενός χωρικού στο Κίμπερλι, ανακαλύφθηκε ένα ολόκληρο κοίτασμα. Το αδαμαντωρυχείο ονομάστηκε "Big Hole" (Μεγάλη Τρύπα), από το οποίο έχουν εξορύξει μέχρι σήμερα 1.200 τόνους διαμάντια! Είναι τόσο βαθύ, που μπορεί να χωρέσει τρεις ουρανοξύστες σαν τον Εμπάιρ Στέιτ Μπίλντιγκ και δημιούργησε μια οικονομική αυτοκρατορία που δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία. Η εταιρεία, που έχει το όνομα του χωρικού Ντε Μπιρς, αγοράστηκε το 1889 από έναν Άγγλο αποικιοκράτη, τον Σέσιλ Ρόουντς (που έδωσε το όνομά του στη Ροδεσία). Μετά πέρασε στα χέρια της οικογένειας Οπενχάιμερ. Ο Έρνεστ Οπενχάιμερ, το 1930, οργάνωσε τη σύγχρονη παγκόσμια αγορά διαμαντιών, που ως όργανο ελέγχου έχει τον Κεντρικό Οργανισμό Πωλήσεων με έδρα το Λονδίνο. Σήμερα ελέγχει το 50% της παγκόσμιας παραγωγής και το 70% της πραγματικής αξίας της αγοράς. Εκτός από την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων της, υπέγραψε συμφωνίες για την αγορά των κοιτασμάτων μερικών από τους κυριότερους παραγωγούς: Ρωσίας, Καναδά και Αυστραλίας. Έτσι, ανοίγοντας και κλείνοντας τη ροή των πολύτιμων λίθων, μπορεί να ελέγχει την ποσότητα των διαμαντιών που κυκλοφορούν στην αγορά και να κρατάει τις τιμές σταθερές. .