Print this page Decrease font sizeReset font sizeIncrease font size

De Beers



Στο παγκόσμιο εμπόριο των διαμαντιών δεσπόζει ο Όμιλος Εταιρειών De Beers. Ένα όνομα που σίγουρα όλοι θα έχουμε ακούσει. Ας δούμε λοιπόν τι ακριβώς είναι η πανίσχυρη αυτή εταιρεία, ποια είναι η προσφορά της και ποιος ήταν ο ιδρυτής της.

Μέχρι το 1875 οι ιδιοκτήτες που κατείχαν τίτλους ιδιοκτησίας στα αδαμαντωρυχεία της Νοτίου Αφρικής δούλευαν ανεξάρτητα και μεμονωμένα. Το έτος όμως αυτό έγινε η αρχή μιας άλλης εποχής. Το 1875 συνεργάστηκαν αρκετοί ιδιοκτήτες και δημιουργούσαν τις λεγόμενες κολεκτίβες. Στα επόμενα χρόνια η άναρχη εκμετάλλευση από τα τύπου νταμάρια ορυχεία έδωσε την θέση της στην οργανωμένη υπόγεια εξόρυξη.
Αυτή η αλλαγή στις μεθόδους εξόρυξης απαιτούσε μεγάλα κεφάλαια τα οποία μπορούσαν να διασφαλιστούν μόνο με την συνεργασία πολλών ιδιοκτητών μαζί. Έτσι ξεκίνησε ένα ντόμινο συγχωνεύσεων, το οποίο έγινε ακόμα πιο έντονο με την άφιξη ενός σπουδαίου άντρα, ο οποίος έμελλε να αλλάζει το παγκόσμιο εμπόριο των διαμαντιών, του Άγγλου Cecil John Rhodes. Ο Rhodes μαζί με άλλους κατόχους τίτλων του ορυχείου De Beers, ιδρύει το 1880 εταιρία με το όνομα De Beers Mining Company Ltd. Το όραμά του ήταν ο έλεγχος της διακίνησης των ακατέργαστων διαμαντιών μέσω της παραγωγής, έτσι ώστε η παραγωγή να συμβαδίζει με την ζήτηση. Τελικά το 1887 μέσω όλων των συγχωνεύσεων ολόκληρο το ορυχείο ήταν ιδιοκτησία της εταιρείας . Κάτι ανάλογο έγινε την ίδια χρονική περίοδο και στο άλλο μεγάλο ορυχείο, στο Ορυχείο Κίμπερλεϋ. Μέχρι το 1888 η εταιρεία του Rhodes είχε αγοράσει και αυτό το ορυχείο, καθώς και τα ορυχεία Dutoispan και Bultfontein. Η εταιριά μετονομάζεται στις 12 Μαΐου 1888 από De Beers Mining Company Ltd σε De Beers Consolidated Mines Ltd. Η εταιρία αυτή έφτασε στις αρχές του 20ού αιώνα να ελέγχει το 90% της παγκόσμιας παραγωγής διαμαντιών.

Το 1917 ο Ernst Oppenheimer δημιουργεί την εταιρία εξόρυξης AAC ή αλλιώς, Anglo American Corporation of South Africa (Αγγλο-Αμερικάνικη Εταιρία της Νοτίου Αφρικής). Εννέα χρόνια αργότερα, και συγκεκριμένα το 1926, οι δύο μέχρι πρότινος ανταγωνιστές – De Beers και AAC – καταφέρνουν να συνεργαστούν. Σήμερα, η AAC είναι ο βασικότερος μέτοχος της De Beers. Από την άλλη μεριά, η De Beers κατέχει το 40% της AAC, καθώς και μετοχές σε διάφορες άλλες θυγατρικές εταιρίες αγγλο-αμερικάνικων συμφερόντων.

Από την ημέρα που δημιουργήθηκε η De Beers δεν έπαψε ποτέ να επεκτείνεται και η λειτουργία της συμβάδισε με την βασική πολιτική του Cecil Rhodes. Βασική αρχή ήταν η διακίνηση των διαμαντιών να συμβαδίζει με τις εκάστοτε οικονομικές συνθήκες. Όταν υπάρχει υπερπληθώρα διαμαντιών στην αγορά και υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθεί πληθωρισμός στις τιμές, η De Beers εφαρμόζει πολιτική περιοριστικών μέτρων. Σε αυτή την περίπτωση γίνεται συσσώρευση αποθεματικού. Στην περίπτωση που η αγορά ζητά περισσότερα διαμάντια από αυτά που μπορεί να διοχετεύσουν τα ορυχεία (υπέρβαση ορίου ζήτησης), για να μην υπάρξει ενδεχόμενο αρνητικών επιπτώσεων στην σταθερότητα των τιμών, διοχετεύει στην αγορά τα διαμάντια που έχει κρατήσει σαν αποθεματικό. Το αποθεματικό της De Beers σε διαμάντια εκτιμάται να είναι της τάξης των 4,5 εκατομμυρίων δολαρίων περίπου. Αντιστοιχεί, δηλαδή, στον όγκο των ακατέργαστων διαμαντιών που μπορεί να διοχετεύσει ετησίων η De Beers στην αγορά.

Αυτός είναι και ο λόγος που συχνά η De Beers χαρακτηρίζεται σαν καρτέλ ή σαν συνδικάτο, επειδή έχει δημιουργηθεί έναν κεντρικός οργανισμός πωλήσεων. Η De Beers προτιμά τον χαρακτηρισμό «εταιρία συγκεντρωτικής εκμετάλλευσης της αγοράς. Η επιτυχία της εταιρίας σε βάθος χρόνου δικαιολογεί και την ημιμονοπωλιακή πολιτική που ακολουθεί. Μάλιστα, για να υπάρχει η απαραίτητη διαφάνεια στις δραστηριότητες της, έχει διασπαστεί τα τελευταία 60 χρόνια σε ανεξάρτητες θυγατρικές εταιρίες με συγκλίνουσα ιδιοκτησία, που αποτελούν και την ραχοκοκαλιά ολόκληρου του κολοσσού.

Μια από τις θυγατρικές αυτές είναι και η Ομοσπονδία Διαμαντοπαραγωγών, στην οποία ανήκουν τα ορυχεία De Beers Consolidated Mines Ltd. Μια άλλη θυγατρική, η Εταιρία Διαμαντιών, ιδρύθηκε το 1930 και διαπραγματεύεται συναλλαγές με ορυχεία που δεν ανήκουν στην όλη εταιρία. Στα συμβόλαια των συναλλαγών αυτών ορίζεται ρητά πως οι εταιρίες αυτές είναι αναγκασμένες να πωλούν ολόκληρη την παραγωγή τους στον Κεντρικό Οργανισμό Πωλήσεων (Central Selling Organization – CSO) με προσυμφωνημένους όρους. Έτσι η De Beers έχει την δυνατότητα να ελέγχει τις παγκόσμιες πωλήσεις διαμαντιών. Παράλληλα, τα ανεξάρτητα ορυχεία διασφαλίζουν ένα μέσο διοχέτευσης ολόκληρης της παραγωγής τους σε εγγυημένες τιμές ακόμα και αν οι συνθήκες της αγοράς είναι αντίξοες.

Στις 23 Μαρτίου 1990 άλλαξε ριζικά η δομή της εταιρίας. Η De Beers της Νοτίου Αφρικής χωρίζεται σε μια εθνική και μια διεθνή εταιρία. Η εταιρία που έχει έδρα την Νότιο Αφρική εξακολουθεί να ονομάζεται De Beers Consolidated Mines Ltd, ενώ η διεθνής φέρει το όνομα De Beers Centenary AG. Το πακέτο των μετοχών ονομάζεται De Beers Consolidated / Centenary. Τα γραφεία της μεν De Beers Consolidated βρίσκονται στο Κίμπερλεϋ και της ανήκουν όλα τα σημαντικότερα ορυχεία εξόρυξης διαμαντιών που λειτουργούν στην Ν. Αφρική. Παράλληλα, της ανήκουν και τα γραφεία της νοτιοαφρικάνικης CSO.

Η έδρα της De Beers Centenary βρίσκεται στην Λουκέρνη της Ελβετίας και έχει τον έλεγχο όλων των εταιριών της πρώην De Beers που δεν έχουν έδρα την Ν. Αφρική. Δηλαδή, της ανήκουν διεθνή ορυχεία διαμαντιών ή έχει το δικαίωμα εκμετάλλευσης διεθνών ορυχείων, της ανήκει το μεγαλύτερο τμήμα της CSO, το 50% της Namdeb Diamond Corporation Ltd, το 50% της Debswana Diamond Company Ltd και η θυγατρική De Beers Industrial Diamond Division. Η De Beers Company κατέχει και το δικαίωμα – το οποίο διασφάλισε μέσα από ένα μακροπρόθεσμο συμβόλαιο – να αγοράζει ακατέργαστα διαμάντια τα οποία παράγονται σε διάφορες χώρες. Εν ολίγοις, η De Beers έχει μετοχές σε περισσότερες από 1300 νοτιοαφρικάνικες και διεθνείς εταιρίες.

Το μεγαλύτερο μέρος των εταιριών αυτών έχουν δραστηριότητες στην βαριά βιομηχανία, στην παραγωγή πρώτων υλών, καθώς και στον χρηματοοικονομικό, ασφαλιστικό και κτηματομεσιτικό τομέα.

Το 1998 συγχωνεύτηκαν όλες οι εταιρίες των De Beers Consolidated και De Beers Centenary και δημιουργήθηκε ο Όμιλος Επιχειρήσεων De Beers. Εδώ και 100 χρόνια η De Beers ζει από κοντά όλες τις πολιτικές αναταραχές της Νοτίου Αφρικής. Και φρόντισε ώστε πάντα να διατηρεί καλές σχέσεις με την εκάστοτε κυβέρνηση, τόσο μετά την αποικιοκρατία και το απαρτχάιντ όσο και την ενθρόνιση της δημοκρατίας από τον Νέλσον Μαντέλα. Κατάφερε, μάλιστα, να έχει καλές εμπορικές σχέσεις ακόμα και με κομμουνιστές και δικτάτορες. Η Σοβιετική ένωση και το Ζαΐρ πωλούν τα διαμάντια τους μέσω της CSO. Παράλληλα, η De Beers χρηματοδοτούσε τις αντιστασιακές δυνάμεις κατά του απαρτχάιντ. Αυτό αποδείχτηκε υπέρ της. Οι εργάτες ποτέ δεν ξεσηκώθηκαν σε απεργιακές κινητοποιήσεις και παρά τις κυρώσεις, που είχαν επιβληθεί στην Ν. Αφρική, η De Beers δεν συνάντησε το παραμικρό πρόβλημα στις συναλλαγές της με τον υπόλοιπο κόσμο.

Αντιλαμβανόμαστε τώρα το κύρος και την δυναμική του Ομίλου των Εταιρειών De Beers. Η στρατηγική της εταιρείας κατόρθωσε για περισσότερο από 100 χρόνια να κάνει το εμπόριο των διαμαντιών αξιόπιστο, κρατώντας το μακριά από πολιτικά και οικονομικά κατεστημένα που θα μπορούσαν να το περιορίσουν και να του μειώσουν την αγοραστική και γενικότερα την εμπορική δυναμική του. Ακόμα και σήμερα (2010) σε μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές κρίσεις της σύγχρονης παγκόσμιας αγοράς και παρά του ότι και ο όμιλος De Beers βιώνει κρίση, το διαμάντι συνεχίζει να αποτελεί την ασφαλέστερη επένδυση και την πιο αξιόπιστη μορφή αποταμίευσης συνεκτικής μορφής πλούτου.
FACEBBOK

GOOGLE
ή